Όταν ο Αλέ ήρθε αντιμέτωπος με τον εφιάλτη του καρκίνου

Ο Σεμπαστιάν Αλέ έλεγε πώς «κάθε μέρα που έκανα χημειοθεραπεία ήμουν τόσο συγκεντρωμένος. Όπως θα ήμουν για έναν μεγάλο αγώνα». Η στιγμή που ο Αλέ επέστρεφε στο σπίτι από το νοσοκομείο ήταν από τις δυσκολότερες, καθώς το σώμα του υπέφερε έπειτα τον πρώτο κύκλο χημειοθεραπείας.

Στο σπίτι του βρήκε τότε έναν σωρό φακέλους, που είχε συγκεντρώσει η γυναίκα του, Πρισίλα, στον πάγκο της κουζίνας. «Ήταν γράμματα από την οικογένειά μου», θυμάται ο Αλέ. «Η γυναίκα μου τα έβαλε σε σειρά. Μερικές φορές δεν είναι εύκολο να μιλήσεις στο τηλέφωνο και να πεις ακριβώς αυτό που νιώθεις. Είναι αυτό που περνάς, αλλά νιώθεις αυτή τη στήριξη από την οικογένειά σου. Ήταν ωραίο να το έχουμε αυτό. Ναι, αυτό ήταν συναισθηματικό και πολύ έντονο για μένα».

Όπως οι περισσότεροι καλοί ποδοσφαιριστές ήταν ένα ζωηρό και δραστήριο παιδί από την παιδική του ηλικία. Η μητέρα του, Σιμόν, τον έστειλε σε μικρή ηλικία σε μαθήματα τζούντο κοντά στο σπίτι της οικογένειας στα προάστια του Παρισιού ελπίζοντας πώς αυτό θα βοηθούσε τον μικρότερο γιο της να βγάλει λίγη από την… ατελείωτή του ενέργεια. Αυτό το ζωηρό, γεμάτο ενέργεια παιδί θα διαπίστωνε το καλοκαίρι του 2022 την πολύ σκληρή πλευρά της ζωής.

Ξαφνικά ήταν και ένιωθε τόσο εξαντλημένος που δεν μπορούσε να ολοκληρώσει τις προπονήσεις του. Ο ίδιος θυμάται πώς ήταν 31 Μαΐου όταν κατάλαβε πώς είχε θέμα, ενώ ήταν στην Εθνική.

«Ξεκίνησα με την Ακτή Ελεφαντοστού με αυτόν τον πόνο στην κοιλιά μου», τόνιζε. «Νόμιζα ότι ήταν πόνος στο στομάχι και ότι δεν χώνευα καλά. ‘’Είναι εντάξει’’, σκέφτηκα αρχικά. Δεν είμαι κάποιος που πηγαίνει πάντα στο γιατρό επειδή πονάω. Παίρνω μερικά χάπια και ο πόνος φεύγει. Προσπάθησα να παίξω και να προπονηθώ. Τότε είχα συμπτώματα γρίπης τέσσερις μέρες: δυσκολευόμουν να αναπνεύσω και δεν μπορούσα να ολοκληρώσω την προπόνηση», αναφέρει.

Όμως ο Αλέ τα αγνόησε. Πήγε διακοπές με την Πρισίλα. Υπήρχαν πολλά να γιορτάσουν. Είχε πάρει μεταγραφή στη Ντόρτμουντ, αφού τελείωσε τη σεζόν στην Ολλανδία ως πρώτος σκόρερ στην Eredivisie. Στη βραδιά απονομής βραβείων στο Άμστερνταμ στα τέλη Αυγούστου, ο αντίκτυπος της χημειοθεραπείας πάνω του ήταν εμφανής. Ο Αλε συγκινήθηκε στη σκηνή όταν η Πρισίλα εμφανίστηκε στη μεγάλη οθόνη, καθώς μίλησε για τη διάγνωσή του για πρώτη φορά.

Πίσω στο προπονητικό καμπ της Ντόρτμουντ στην Ελβετία. Είχαν περάσει έξι εβδομάδες και ο πόνος παρέμενε. Έτσι άρχισαν να το ψάχνουν. Πρώτα, ένας υπέρηχος, ο οποίος εντόπισε κάτι να πιέζει τους κοιλιακούς του Αλέ. Στη συνέχεια ήρθε μια μαγνητική τομογραφία, η οποία εντόπισε έναν όγκο. Τι είδους, δεν ήξεραν. Κλήθηκε ο ουρολόγος να δει τι το συνέβαινε: «Πήγα εκεί μετά την προπόνηση και μετά από πέντε δευτερόλεπτα ελέγχου μου είπαν: «Ναι, είναι όγκος — είναι καρκίνος των όρχεων».

Ο Αλέ προσπάθησε να παραμείνει ήρεμος. «Ήθελα να περιμένω να ακούσω όλες τις πληροφορίες για να αντιδράσω ή να κάνω ένα πλάνο», σημειώνει.

Ο ίδιος θυμάται μετά πώς «είναι η στιγμή που προσπαθείς να αφομοιώσεις όλες τις πληροφορίες. Πάντα προσπαθείς να επιστρέψεις στη ρίζα του προβλήματος. Ποιο είναι το πρώτο πράγμα που πρέπει να κάνεις όταν συμβαίνει κάτι τέτοιο; Αλλάζεις τη ρουτίνα σου αλλά και τη ζωή σου.

Όπως ήταν φυσικό «από εκείνη τη στιγμή έβαλα απευθείας το ποδόσφαιρο σε αναμονή. Εντάξει λέω τώρα στον εαυτό μου πώς τώρα κάτι σοβαρό συμβαίνει και τίποτα άλλο δεν είναι σημαντικό. Το μόνο που σκεφτόμουν ήταν η υγεία μου και η νέα μου ρουτίνα. Η γυναίκα μου ήταν διακοπές με τα τρία παιδιά μου. Πώς το ανακοινώνεις αυτό, αλλά έπρεπε να το κάνω».

Η μητέρα του, η Σιμόν, ήταν επίσης κάτι βασικό για τον Αλέ. Η αδερφή της, η θεία του, είχε πεθάνει πριν από τρία χρόνια από καρκίνο. Έτσι, ο Ιβοριανός κανόνισε να είναι μαζί της ο αδερφός του, Στεφάν, και η αδελφή του, Αρμέλ, όταν αυτός τηλεφωνούσε: «Επειδή τα είχα ετοιμάσει όλα καλά δεν ήταν τόσο άσχημα όσο θα μπορούσε να είναι». Ήταν τρομαγμένη. Μπορεί να στέλνεις μηνύματα με κάποιον αλλά και πάλι θα ανησυχεί. Το να έχω κάποιον να μιλήσω για αυτό ήταν πολύ σημαντικό. Οι άνθρωποι γύρω μας είναι ένα σημαντικό κομμάτι της ασθένειας. Όλοι υποφέρουν και όλοι μπορεί να ξεχάσουν όταν χρειάζεται».



gazzeta.gr