Με την ελληνική πραγματικότητα (ποδοσφαιρική και μη) εξοικειώθηκε για τα καλά στα 18 του, όταν και αποφάσισε να αφήσει το Χαρτούμ και να μετακομίσει με τη μητέρα του στην Αθήνα. Ο λόγος ήταν ένας: να σπουδάσει διοίκηση επιχειρήσεων στο ΤΕΙ Αθήνας.
Γρήγορα, όμως, αντιλήφθηκε ότι αυτό που του άρεσε να κάνει είναι να ασχολείται με τα αθλητικά τεκταινόμενα της πόλης. Οπότε, άρχισε να φοιτά παράλληλα στη σχολή δημοσιογραφίας του ΑΝΤ1 που τότε έκανε τα πρώτα της βήματα, στα μέσα της δεκαετίας του ‘90. Διαβάζοντας, λοιπόν, ένα φύλλο της Αθλητικής Ηχούς έπεσε πάνω σε μια αγγελία. Η εφημερίδα ζητούσε συνεργάτες για την κάλυψη των «Αθηναϊκών», της δημοφιλούς στήλης που βρισκόταν παραδοσιακά στις πρώτες σελίδες του εντύπου και φιλοξενούσε τα αποτελέσματα των αγώνων των ερασιτεχνικών πρωταθλημάτων της πόλης.
Επικοινώνησε προσωπικά με τον Διονύση Τσακασιάνο, το όνομα του οποίου συνδέθηκε με τη συγκεκριμένη στήλη όσο κανενός άλλου, και έπιασε δουλειά. Μια δουλειά που ήταν εξαιρετικά δύσκολη με τα δεδομένα της εποχής.
«Δεν υπήρχε ίντερνετ όπως σήμερα. Έτσι λοιπόν για να μάθουμε πολλές φορές τα αποτελέσματα σε απομακρυσμένες περιοχές της Αττικής παίρναμε τηλέφωνο το αστυνομικό τμήμα που είχαν στείλει άνθρωπο στο ματς, μιλούσαμε μαζί του και μας έλεγε πόσο έληξε. Δεν μας το σήκωναν πολλές φορές οι γηπεδούχοι μετά από ήττα. Μια φορά ο Τσακασιάνος μου είχε πει απελπισμένος: “βάλτο μωρέ 0-0. Έτσι και αλλιώς ποιος θα το δει”».
Ο Τάσος Ζαφειριού έχει δημιουργήσει ένα λεύκωμα με όλα τα φύλλα της Αθλητικής Ηχούς στα οποία έχει υπογράψει κείμενο. Ξέρει, μάλιστα, απ’ έξω κι ανακατωτά πού βρίσκεται η κάθε αναμέτρηση. «Ξέρεις τι πράγμα είναι να είσαι 20 χρονών πιτσιρικάς και να βλέπεις το όνομά σου γραμμένο σε εφημερίδα; Πήγαινα στην Ομόνοια από τις 3 τα ξημερώματα και περίμενα να έρθουν. Το έλεγα στους φίλους μου και ένιωθα υπερηφάνεια» σημειώνει.
Τα χρόνια περνούσαν, όμως, ωστόσο, δεν κατάφερε ποτέ να γίνει συντάκτης της εφημερίδας, παρά μόνο συνεργάτης. Δούλεψε για μερικά χρόνια, κάνοντας τις εξωτερικές δουλειές του λογιστηρίου της εφημερίδας, και στη συνέχεια τα παράτησε. «Απογοητεύτηκα. Λες: “τι κάνω εγώ τώρα;”. Μεγάλωνα και άρχιζαν να μπαίνουν κι άλλα πράγματα στη ζωή. Υποχρεώσεις, έξοδα».