Η επιλογή της Κράσνονταρ που «στράβωσε» και η μετέπειτα διαδρομή του
Κανείς δεν περίμενε πως η ομάδα για την οποία θα αποφάσιζε να αφήσει την πατρίδα του και την αγαπημένη του Φέγενορντ θα ήταν τελικά η άσημη, μέχρι τότε, Κράσνονταρ.
Εκείνο το καλοκαίρι το ρωσικό κλαμπ που φιλοδοξούσε μέσα σε λίγα χρόνια να φτάσει την μεγάλη δύναμη του ποδοσφαίρου της χώρας Ζενίτ, ξόδεψε περίπου 30 εκατ. ευρώ για την ενίσχυσή της. Εννιά εκατ. ευρώ απ΄ αυτά πήγαν στην Φέγενορντ προκειμένου να πει το «ναι» για την παραχώρησή του. Έτσι, ο Τόνι Βιλένα έγινε η τρίτη ακριβότερη μεταγραφή στην ιστορία της ρωσικής ομάδας, εξασφάλισε ένα πλουσιοπάροχο συμβόλαιο για τον ίδιο (λένε για 3 εκατ. ευρώ καθαρά) και άφησε το Ρότερνταμ για το κρύο Κράσνονταρ έχοντας κατακτήσει ένα πρωτάθλημα (2017), δύο Κύπελλα Ολλανδίας (2016, 2018) και δύο Σούπερ Καπ (2018, 2019). Ταυτόχρονα είχε καθιερώσει και την παρουσία του στο ροτέισον της εθνικής Ολλανδίας. Σημειωτέον στη νέα του ομάδα επέλεξε τον αριθμό «52», όπως έκανε και στον Παναθηναϊκό, αφού αυτή ήταν η ηλικία της μητέρας του, όταν νικήθηκε από την επάρατη νόσο.
Δυστυχώς τα πράγματα εκεί δεν πήγαν όπως τα περίμενε. Η έλευση του κορωνοϊού έφερε τα πάνω κάτω. Εκείνος έκανε καλές χρονιές, έπαιξε συνολικά 79 φορές με την φανέλα της ομάδας σκοράροντας εννιά γκολ και δίνοντας οκτώ ασίστ και την βοήθησε να μπει για πρώτη φορά στην ιστορία της στους ομίλους του Champions League. Όμως, μετά την έναρξη της πανδημίας δεν ήθελε πλέον να παραμείνει εκεί, όπως είχαν διαμορφωθεί οι συνθήκες, εκφράζοντας με αρκετούς και διαφορετικούς τρόπους την επιθυμία-δυσαρέσκειά του αυτή.
Τελικά η λύση ήρθε τον Γενάρη του 2022, όταν εν μέσω και της κλιμακούμενης έντασης με την Ουκρανία, που θα οδηγούσε λίγες μέρες αργότερα στην έναρξη του πολέμου, η Εσπανιόλ συμφώνησε να αποκτήσει τον Ολλανδό κεντρικό μέσο ως δανεικό για μισό χρόνο, έχοντας συμπεριλάβει και οψιόν αγοράς στο deal. Μετά από 17 συμμετοχές, ένα γκολ και μία ασίστ, οι Καταλανοί πείστηκαν για την αγωνιστική του αξία κι ενεργοποίησαν την οψιόν δίνοντάς 2,5 εκατ. ευρώ στους Ρώσους, που δεν είχαν και πολλές επιλογές πλέον με την υπάρχουσα κατάσταση από το να δεχθούν. Μην ξεχνάμε πως λίγο μετά η FIFA θα έθετε σε εφαρμογή έναν κανονισμό όπου επέτρεπε στους ξένους παίκτες των ρωσικών και ουκρανικών ομάδων να αναστείλουν τα συμβόλαιά τους για ένα χρόνο και να παίξουν όπου αλλού θέλουν, κάτι που ισχύει και στο φετινό καλοκαιρινό μεταγραφικό παράθυρο.
Παρ’ όλα αυτά, ο νέος προπονητής της καταλανικής ομάδας τότε και νυν του Ολυμπιακού πλέον, Ντιέγκο Μαρτίνεθ «έκοψε» τον Ολλανδό κι εκείνος για να βρει διέξοδο έφυγε ως δανεικός στην ιταλική Σαλερνιτάνα και την Serie A. Έκανε μία γεμάτη σεζόν με 33 παιχνίδια, όπου σκόραρε τέσσερα γκολ, έδωσε μία ασίστ κι έπαιξε 2.274 λεπτά. Ο προπονητής της Εσπανιόλ άλλαξε, αλλά και η ομάδα υποβιβάστηκε κι έτσι εκείνος δεν ήθελε πλέον να παραμείνει εκεί.
Η La Liga 2 ήταν πολύ λίγη για κείνον. Η Σαλερνιτάνα, παρ’ ότι ήθελε, δεν μπόρεσε να ενεργοποιήσει την οψιόν του, αφού πλήρωσε 12 εκατ. ευρώ στην Βιγιαρεάλ για να κρατήσει τον αρχισκόρερ της, Μπουλαγιέ Ντιά. Έτσι αναγκάστηκε να αναζητήσει άλλες επιλογές. Εκεί ήρθε και «κόλλησε» ο Παναθηναϊκός που… είχε όλο το πακέτο για να τον πείσει. Φιλόδοξο πρότζεκτ που βρίσκεται σε εξέλιξη για τρίτο σερί έτος και τα αποτελέσματά του ήταν φανερά, την οικονομική δυνατότητα να καλύψει τόσο τις απιαιτήσεις της Εσπανιόλ όσο και του παίκτη, αλλά και συμμετοχή σε ευρωπαϊκή διοργάνωση.
Βλέποντας αυτό το πακέτο, ο Τόνι Βιλένα, που βρίσκεται αυτή τη στιγμή στην καλύτερη ηλικία για έναν ποδοσφαιριστή (28 ετών), αποφάσισε να έρθει στην Ελλάδα και να παίξει στην πέμπτη του διαφορετική ομάδα, αλλά και χώρα στην καριέρα του.
Η ποιότητά του είναι αδιαμφισβήτητη, όπως και οι εμπειρίες που έχει συλλέξει όλα αυτά τα χρόνια στο υψηλό επίπεδο που αγωνίζεται. Σίγουρα αποτέλεσε μία δαπανηρή κίνηση για το «τριφύλλι», όμως πρόκειται για έναν παίκτη, που μπορεί να φέρει αυτό ακριβώς που έψαχναν οι «πράσινοι» στην θέση αυτή, δηλαδή έναν ποδοσφαιριστή που να συνεισφέρει στην δημιουργία της ομάδας από την θέση «8» και γενικότερα στο επιθετικό κομμάτι. Έναν παίκτη που έχει μάθει να παλεύει κόντρα στις δυσκολίες και που «διψάει» για να διακριθεί, παίρνοντας πίσω αυτά που του στέρησαν τόσο άδικα οι συγκυρίες.