Ο Θάνος Σαρρής γράφει για το πλάνο του Γκουστάβο Πογιέτ και την αιτιολόγηση, η οποία όμως δεν είναι επαρκής στην περίπτωση του Τάσου Δουβίκα.

Ο Γκουστάβο Πογιέτ δεν ήρθε στην Εθνική Ελλάδας για να κάνει «αρπαχτή» κι αυτό είναι κάτι έγινε σαφές από τον πρώτο καιρό στον «γαλανόλευκο» πάγκο. Έχει πλάνο, βάζει τον πήχη ψηλά, θέλει να χτίσει κάτι καλό και να συνεχίσει την πορεία εξέλιξης του αντιπροσωπευτικού συγκροτήματος, θέλει ο κόσμος να αναγνωρίσει τις προθέσεις του και διατηρήσει τα καλά αποδυτήρια. Ως εδώ, όλα καλά.

Προφανώς, γνωρίζει καλύτερα από κάθε άλλον ποιοι είναι οι κατάλληλοι ποδοσφαιριστές για το αγωνιστικό πλάνο του, κατά τον καταρτισμό του οποίου οφείλει να λάβει υπόψιν και τον αντίπαλο, η τελική του στρατηγική να προκύψει κατόπιν ανάλυσης και μελέτης. Γι’ αυτό άλλωστε είναι πιθανόν να δούμε διαφορετικές συνθέσεις. Το «αυτούς έχω, αυτούς εμπιστεύομαι ο κόσμος να χαλάσει» ενέχει πολλά ρίσκα στο σύγχρονο ποδόσφαιρο.

Η διαχείριση των εθνικών ομάδων, άλλωστε, είναι κάτι το τελείως διαφορετικό από αυτή των συλλόγων, σε όλα τα επίπεδα. Στην πρόσφατη κουβέντα τους με τους δημοσιογράφους, ο Πογιέτ είχε όλη την καλή διάθεση να αιτιολογήσει το γεγονός ότι άφησε εκτός τον Κώστα Φορτούνη, μιλώντας για το 4-3-3 και το γεγονός ότι δεν υπάρχει, στη δική του λογική, χώρος για άλλο δεκάρι, το οποίο δεν θα διαθέτει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά.

Αναφέρθηκε μάλιστα και στην τριπλέτα της επίθεσης, όπου προτιμά να βγάζει στο ένα «φτερό» καθαρό επιθετικό, προκειμένου να παίρνει περισσότερα κοντά στο «κουτί» και να κουμπώνει τακτικά στις κινήσεις του τους υπόλοιπους ρόλους. Όπως μεταφέρουν ωστόσο οι ρεπόρτερ που ήταν παρόντες στη συνάντηση, όταν ρωτήθηκε για την περίπτωση του Δουβίκα, η απάντησή του ήταν αόριστη.

Ο Πογιέτ τόνισε πως «στην Εθνική έχεις το μεγάλο πλεονέκτημα να επιλέξεις τους παίκτες που παίζουν με συγκεκριμένο τρόπο. Για αυτούς τους 2 αγώνες αυτοί είναι οι παίκτες που θέλουμε». Αυτό είναι απόλυτα σεβαστό, αλλά και πάλι δεν εξηγεί το γιατί κάποια παιδιά που έδειξαν πράγματα μέσα στη σεζόν ή στο τελευταίο της διάστημα, βρίσκονται εκτός. Κι αν για τον Μανδά ή τον Ντόι ίσως δεν χρειάζονται πολλές εξηγήσεις, για τον Δουβίκα είναι διαφορετικά. Γιατί μιλάμε για τον πρώτο σκόρερ του Πρωταθλήματος Ολλανδίας.

Το επιχείρημα ότι «στην Ολλανδία βάζουν πολλά γκολ γιατί δεν έχουν άμυνες», δεν είναι ακριβές. Στην Ολλανδία, που πράγματι το ποδόσφαιρό της έχει εντελώς διαφορετική φιλοσοφία αλλά και διαφορετικού επιπέδου ποδοσφαιριστές, ο Δουβίκας και πριν ο Γιακουμάκης κατάφεραν να βγουν πρώτοι σκόρερ με τη δουλειά και την ποιότητά τους, με τον τρόπο που εντάχθηκαν στην ομάδα, με την τακτική τους προσαρμογή, με την ανάπτυξη δεξιοτήτων που πιθανόν αλλού (στην Ελλάδα) να μην τους δινόταν η σωστή βάση. Με τη σωστή υποστήριξη στις προπονήσεις και στο γήπεδο, με τα κατάλληλα στηρίγματα. Και φυσικά, αποδεικνύοντας μέσα στο χορτάρι την εξέλιξή τους. Δεν νομίζω ότι υπάρχει καμία αμφισβήτηση γι’ αυτά που έχει πετύχει φέτος ο 23χρονος, που πήγε στην Eredivisie απευθείας από τον Βόλο. Είναι ένας επιθετικός που έχει σκοράρει 19 γκολ στην κανονική διάρκεια, βρήκε δίχτυα στα play off και γενικώς από τον Φεβρουάριο και μετά βρίσκεται σε τρομερή κατάσταση.

Είναι, επίσης, ένας επιθετικός στον οποίο ο Πογιέτ έχει δώσει ευκαιρία, σε μια περίοδο μάλιστα που δεν φόρτωνε με γκολ τα αντίπαλα δίχτυα. Επομένως, δεν έχει το ρίσκο της πρώτης επιλογής. Που, εδώ που τα λέμε, με αυτά που έχει καταφέρει φέτος, θα το δικαιολογούσε απόλυτα. Αγωνιστικά, επίσης, δεν έχει δείξει κάτι που να αποτελεί red flag για τον Ομοσπονδιακό τεχνικό. Να μη συμμετέχει δηλαδή στην πίεση όταν η ομάδα δεν έχει την μπάλα, να μην έχει επικοινωνία με τους συμπαίκτες του, να προκαλεί προβλήματα κ.ο.κ. Ακούγοντάς τον να μιλά, καλλιεργείται η βεβαιότητα για το αντίθετο.

Είναι σημαντικό, συν τοις άλλους, να υπάρχει το αίσθημα της δικαιοσύνης και τις επιβράβευσης ανάμεσα στους ποδοσφαιριστές. Να μην έχουμε ξανά φαινόμενα τύπου «εγώ ξέρω πως ότι κι αν κάνω, ο κόουτς δεν θα με καλέσει». Και για να είμαι ειλικρινής, δεν πιστεύω ότι ο Γκουστάβο Πογιέτ δεν «βλέπει» τον Δουβίκα ή ότι ο Δουβίκας, που έχει γαλουχηθεί από τις δυσκολίες, θα επηρεαστεί. Ο εκλέκτορας έχει στο μυαλό του ένα πλάνο, στο οποίο, στη δική του λογική, «κουμπώνουν» περισσότερο άλλοι ποδοσφαιριστές. Αυτός είναι ο προπονητής, δεν είναι υποχρεωμένος να το μοιραστεί με κανέναν και στο τέλος της ημέρας αυτός θα κριθεί για το αποτέλεσμα. Για όλους όσοι όμως παρακολουθούν, είτε στενότερα είτε από μεγαλύτερη απόσταση την προσπάθεια της Εθνικής, η απορία δεν μπορεί να μην υπάρξει. Στην Ελλάδα, βέβαια, που για όλα αυτά τα ερωτήματα βλέπουν κάποιοι συμφέροντα από πίσω, είναι πιθανόν να παρερμηνευτεί, αλλά ας μην χάσουμε το νόημα.

Πώς γίνεται αυτό το παιδί να μην βρίσκεται καν στην αποστολή; Ακόμα κι αν δεν υπολογίζεται για το αρχικό πλάνο, τα χαρακτηριστικά και η φόρμα του δεν μπορούν να αποτελέσουν κομμάτι ενός εναλλακτικού σχεδίου; Πιθανόν ο ίδιος ο Ουρουγουανός τεχνικός να το εξηγήσει, πιθανόν να το καταλάβουμε στα ματς της «γαλανόλευκης». Δεν χρειάζονται πρόωρα συμπεράσματα και αφορισμοί, αλλά αγωνιστικές απαντήσεις.



gazzeta.gr