Ο Αντώνης Καλκαβούρας θεωρεί ότι η ομάδα του Γιάννη Καλαμπόκη ήταν – τηρουμένων των αναλογιών – η πιο πετυχημένη Εθνική ομάδα μικρών ηλικιών που παρέταξε το αναπτυξιακό πρόγραμμα στα εφετινά Πανευρωπαϊκά πρωταθλήματα των μικρών ηλικιών και απονέμει τα εύσημα για την μεγάλη προσπάθεια που οδήγησε στην 8η θέση.

Πριν περάσουμε στο το τι έγινε στα Σκόπια κι επειδή δεν είναι πολλοί εκείνοι που είναι εξοικειωμένοι με την συγκεκριμένη ηλικιακή κατηγορία, καλό θα ήταν να σας τροφοδοτήσουμε με ορισμένες χρήσιμες πληροφορίες που θα βοηθήσουν στην εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων.

Η φουρνιά των εφτάρηδων (2007) που άφησε καλές εντυπώσεις στο εφετινό Πανευρωπαϊκό πρωτάθλημα παίδων που ολοκληρώθηκε στην πρωτεύουσα της Βόρειας Μακεδονίας, είναι η ίδια (με 4 προσθαφαιρέσεις) που πέρυσι στο τουρνουά Φιλίας «εισέπραξε» τρεις “κατοστάρες” και γνώρισε ισάριθμες ήττες από Ισπανία (116-45), Γαλλία (103-68) και Ιταλία (112-83) με μέση διαφορά 45 πόντων! Δηλαδή τις τρεις ομάδες που φέτος ανέβηκαν στο βάθρο…

Πρόκειται ουσιαστικά για την γενιά των παιδιών που επλήγησαν (περισσότερο από κάθε άλλη) από τον επίδραση της πανδημίας και με την οποία ασχολήθηκαν πυρετωδώς οι υπεύθυνοι του αναπτυξιακού προγράμματος της ομοσπονδίας. Ήταν τόσο μεγάλος ο προβληματισμός για το χαμένο έδαφος αλλά και την απόσταση που έπρεπε να καλύψει η συγκεκριμένη ομάδα στην πρώτη της επίσημη διεθνή διοργάνωση, που δεν ήταν λίγοι εκείνοι που πίστευαν ότι η αποφυγή του υποβιβασμού στην Β’Κατηγορία, ίσως και να μην ήταν ρεαλιστικός στόχος.

Από αυτή την άποψη και λαμβάνοντας ως δεδομένη την απουσία παιδιών με μέγεθος μέσα στην ρακέτα για τις θέσεις “4” και “5”, οι επιτελείς σήκωσαν από το περασμένο φθινόπωρο τα μανίκια και «στρώθηκαν» στην δουλειά. Αρχικά οργάνωσαν πολυάριθμες μαζώξεις (σε πρώτη φάση σε επίπεδο τοπικών κλιμακίων) και αφού «ξεψάχνισαν» όλα τα ταλέντα που ξεχώριζαν από κάθε γωνιά της Ελλάδας, από τον Δεκέμβριο και μετά, άρχισαν να καταλήγουν σε έναν κορμό 20-22 παικτών με τους οποίους και συνέχισαν με τετραήμερα προπονήσεων και συνολικά τρία διεθνή φιλικά (πριν την έναρξη της προετοιμασίας).

Η βασική ιδιαιτερότητα την οποία κλήθηκε να διαχειριστεί ο Γιάννης Καλαμπόκης που ανέλαβε τα ηνία του ομοσπονδιακού τεχνικού, ήταν η δημιουργία μίας ομάδας που θα είχε ως αφετηρία την άμυνα και που στην επίθεση, θα βασιζόταν κατά βάση στο περιφερειακό παιχνίδι. Ελλείψει του παίκτη με τα χαρακτηριστικά της θέσης “4” και του ψηλού που θα έδινε ποιότητα και σκορ μέσα στο «ζωγραφιστό».

Κοινώς με ένα ρόστερ που είχε βάθος από το “1” έως το… «τρεισίμισι», ο παλαίμαχος διεθνής guard (μέλος της τελευταίας Εθνικής ανδρών που φόρεσε μετάλλιο στο στήθος στο Eurobasket του 2009) και οι συνεργάτες του, μεταλαμπάδευσαν στους διεθνείς παίδες μία φιλοσοφία αμυντικογενούς μπάσκετ, με έμφαση στην πίεση και στις βοήθειες και απώτερο στόχο την ροπή στο transition game, ενώ στο set παιχνίδι στηρίχτηκαν στην έφεση που είχαν συγκεκριμένοι παίκτες (μετρημένοι στα δάχτυλα του ενός χεριού) στο σκοράρισμα.

Με αυτά και με εκείνα, το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα παρουσίασε μία άκρως ανταγωνιστική εικόνα και παίζοντας δυνατά φιλικά (2 φορές με Γερμανία και Ισπανία και Ισραήλ, καθώς επίσης με Βόρεια Μακεδονία και Λιθουανία), έφτασε στο Πανευρωπαϊκό έχοντας αποκτήσει ρόλους αλλά πρωτίστως υψηλό αγωνιστικό ρυθμό.

Κάπως έτσι «έπιασε στον ύπνο» τους Σέρβους στην πρεμιέρα και βγάζοντας τρομερή ενέργεια στην άμυνα, βρήκε την ψυχολογία και την αυτοπεποίθηση να πραγματοποιήσει την καλύτερη εμφάνισή του στο τουρνουά και με ένα εντυπωσιακό +20 (75-55), να βάλει πλώρη για την πρωτιά του ομίλου.

Η συνέχεια μπορεί να μην ήταν καλύτερη από πλευράς απόδοσης – άλλωστε η ομάδα είχε εγγενείς αδυναμίες – ωστόσο η κεκτημένη ταχύτητα από το πολύ θετικό ξεκίνημα και το μπασκετικό IQ των περιφερειακών παικτών, έφταναν και περίσσευαν για να «καμουφλάρουμε» τα μειονεκτήματά μας και να πάρουμε δύο όχι εύκολες, πλην όμως καθαρές νίκες, απέναντι σε υποδεέστερους αντιπάλους (77-71 επί της 12ης Λετονίας και 80-73 επί της 10ης Πολωνίας). Ομάδες τις οποίες διέλυσε η Σερβία με +27 και +35 πόντους αντίστοιχα.

Το αήττητο (3/3) έφερε την πρωτιά και η επιβράβευση ήταν η διασταύρωση με ασθενέστερο αντίπαλο στην φάση των νοκ-άουτ αγώνων. Η Φινλανδία των τριών ηττών με μέση διαφορά 34 πόντων στην φάση των ομίλων, δεν θα μπορούσε να φράξει τον δρόμο της ελληνικής ομάδας για τα προημιτελικά και το τελικό 81-70, μας έβαλε αήττητους στις 8 καλύτερες της Ευρώπης, δημιουργώντας αυτόματα τις πρώτες αμυδρές προσδοκίες διάκρισης.

Το σταύρωμα με την super αθλητική Γαλλία του ατελείωτου μεγέθους (επτά δίμετροι), όμως, αποδείχτηκε απαγορευτικό για τις δυνατότητες των παιδιών μας, που πάντως, αν εξαιρέσουμε το εφιαλτικό πρώτο 6λεπτο (βρεθήκαμε να χάνουμε με 21-3) στις τρεις τελευταίες περιόδου ισορρόπησαν το ματς, κοίταξαν στα μάτια τους «τρικολόρ» (κατέβασαν την διαφορά από το -23 στο -12) και τηρουμένης της διαφοράς δυναμικότητας, άφησαν καλές εντυπώσεις (72-86).

Η πρώτη ήττα της Εθνικής παίδων στην διοργάνωση, την έβαλε στους αγώνες κατάταξης για τις θέσεις 5-8 και εκεί ήταν που τα παιδιά ήρθαν για πρώτη φορά αντιμέτωπα με την πίεση του «πρέπει» για την 5η θέση που οδηγούσε απευθείας στο Παγκόσμιο πρωτάθλημα κάτω των 17 ετών, που θα γίνει του χρόνου στην Τουρκία.

Η αποτελεσματική δυναμική (ρεκόρ 4-1), η πολύ θετική συνολική εικόνα, ο καλός αγωνιστικός ρυθμός, αλλά και οι βατοί αντίπαλοι (με την Γερμανία είχαμε μία νίκη και μία ήττα στα φιλικά, ενώ την Σερβία την νικήσαμε καθαρά στο εναρκτήριο ματς των αγώνων), δημιούργησαν αυτομάτως μία περιρρέουσα ατμόσφαιρα που μας καθιστούσε για πρώτη φορά φαβορί. Αυτό ακριβώς το βάρος (ο στόχος της πρόκρισης στο Παγκόσμιο ήταν κάτι το ασύλληπτο πριν από μερικούς μήνες) δεν ήταν ακόμη έτοιμη να το σηκώσει η ομάδα μας.

Αυτός ίσως ήταν και ο λόγος που δεν μπόρεσε να απαντήσει στην ολική επαναφορά των Γερμανών από το -13 και «άδειασε» όταν οι παίκτες του παλαιού μας γνώριμου Ντιρκ Μπαουερμαν μας προσπέρασαν στην λήξη της 3ης περιόδου. Το τελικό 73-79 μας άφησε εκτός διεκδίκησης της 5ης θέσης (τελικά την πήρε η όχι ανώτερή μας «νασιοναλμανσαφτ») και στην μάχη για την 7η θέση, λίγο η απογοήτευση και η έλλειψη ενέργειας των παιδιών και λίγο η δίψα για ρεβάνς των Σέρβων (ήταν μάλλον καλύτερη ομάδα απότην δική μας), έφεραν την 3η διαδοχική ήττα (60-71) και την 8η θέση.

Συμπερασματικά, θεωρώ ότι η προσπάθεια είχε κάτι περισσότερο από θετικό πρόσημο και ότι η μεθοδική δουλειά μηνών που έγινε για να μην δικαιωθούν οι αρχικά δυσοίωνες προβλέψεις, έφερε ένα αποτέλεσμα καλύτερο του αναμενόμενου.

Άσχετα με τον αν κατετάγη 8η, το ότι η ελληνική ομάδα έφτασε στο σημείο να θεωρείται φαβορί για την 5η θέση (αν την έπαιρνε, θα ήταν σαν να επέστρεψε στην πατρίδα με «το δικό της χρυσό μετάλλιο»), αλλά και το ότι τελείωσε το τουρνουά ως 3η στα δίποντα (50,9%) και 4η στις ασίστ (μ.ο. 18,4), συνιστούν σημαντική επιτυχία και καταγράφουν μία αξιοσημείωτη πρόοδο σε σχέση με τα πεπραγμένα που είχε πέρυσι ως Εθνική παμπαίδων.

Κλείνοντας, δεν θα επαναλάβω τα λάθη που κάναμε στο παρελθόν και τα οποία οδήγησαν/οδηγούν σε αναίτια και υπερβολική δημιουργία προσδοκιών και προβολή νεαρών παιδιών, που ακόμη δεν είχαν/έχουν καν γίνει ολοκληρωμένοι παίκτες. Έστω κι αν από την στιγμή που φορούν την «γαλανόλευκη» και εκτίθενται σε διεθνή διοργάνωση, είναι λογικό να υπόκεινται και σε (καλόπιστη) κριτική.

Ο μοναδικός δρόμος είναι το χαμήλωμα του κεφαλιού και η αφοσίωση στην σκληρή δουλειά. Παιδιά με προσόντα και υψηλό μέγεθος για την θέση τους (κυρίως στην περιφέρεια) υπάρχουν και σε αυτή την φουρνιά, αρκεί να μην τους φουσκώνουν τα μυαλά οι ατζέντηδες, αρκεί οι γονείς τους να μην αποσκοπούν στην επίτευξη χρηματικού κέρδους και αρκεί η ομοσπονδία να βρει τρόπο να αντιμετωπίσει το φαινόμενο της νεκρής τριετίας 18-21!

Υγ.: Οι Γερμανοί μας νίκησαν πέρυσι στους άνδρες και φέτος στους εφήβους και πήραν χάλκινο, ενώ στους παίδες μας στέρησαν την μεγάλη διάκριση του Παγκοσμίου. Κάτι κάνουν κάνουν πολύ καλά ως ομοσπονδία, τα τελευταία χρόνια και βρίσκονται σε ανοδική πορεία.

gazzeta.gr