Ο Αντώνης Καλκαβούρας πιστεύει ότι στα playoffs οι «ερυθρόλευκοι» έχουν παρουσιάσει ψήγματα της κυριαρχικής εικόνας που είχαν στην regular season και ότι η πρόκριση στο Final 4 θα έρθει μέσα από ένα αγωνιστικό πρόσωπο, που μέχρι τώρα δεν έχουμε δει στη σειρά.

Να αρχίσουμε με τα βασικά. Το ότι ως πρώτος στην κανονική περίοδο, ο Ολυμπιακός κλήθηκε να αντιμετωπίσει την Φενέρμπαχτσέ, δεν το λες και ευνοική διασταύρωση.

Το εν λόγω ζευγάρωμα, κακά τα ψέματα, δεν παρείχε στην ελληνική ομάδα την παραμικρή επιβράβευση για την εκπληκτική πορεία που είχε στην regular season ή τουλάχιστον δεν την έφερε αντιμέτωπη με έναν αντίπαλο που υστερεί σε τίποτε σε σύγκριση με τους Πειραιώτες, αν εξαιρέσουμε τις δύο σημαντικές απουσίες του Γουίλμπεκιν και του Μπούκερ (δεν συμπεριλαμβάνω στα προβλήτα τον Μπιέλιτσα γιατί παίξει σε μόλις 7 αγώνες).

Μόνο και μόνο το budget των 25 εκατομμυρίων Ευρώ που είχε να διαχειριστεί ο Δημήτρης Ιτούδης και το οποίο είναι σχεδόν διπλάσιο από το αντίστοιχο των πρωταθλητών Ελλάδας, «μιλάει» από μόνο του για την ποιότητα των παικτών της τουρκικής ομάδας και τον υψηλό βαθμό δυσκολίας που είχε η αποστολή τους.

Η παραπάνω παράμετρος σε συνδυασμό με την μεγάλη εμπειρία και τεχνογνωσία του Δημήτρη Ιτούδη σε σειρές playoffs (δεν έχει ηττηθεί σε καμία στην καριέρα του ως head-coach και μετράει 6/6 προκρίσεις), άμβλυνε την απόσταση μεταξύ των δύο ομάδων.

Κοινώς, το +27 (94-67) του περασμένου Δεκεμβρίου στο ΣΕΦ και το +20 (93-73) στα τέλη Γενάρη στην Πόλη, αποτελούσαν μία μακρινή ανάμνηση που δεν χρησίμευε σε τίποτε. Τα playoffs είναι μία τελείως διαφορετική ιστορία και μία διαδικασία από την οποία δεν επιβιώνει πάντα η καλύτερη και η πιο ποιοτική ομάδα, αλλά η πιο σκληρή και η πιο δυνατή πνευματικά.

Το ότι η τουρκική ομάδα ρίχτηκε στην μάχη της πρόκρισης για το Final 4, προερχόμενη από ένα αρνητικό σερί 6 ηττών στα τελευταία εννέα παιχνίδια, κινδυνεύοντας να μείνει ακόμη και εκτός πρώτης 8άδας και πλέον όχι μόνο βρίσκεται στο 2-2, αλλά με την σκληράδα της, την τακτική και τις προπονητικές της προσαρμογές έχει κερδίσει τις κερδίσει τις περισσότερες εντυπώσεις, εξηγεί του λόγου το αληθές.

Πριν, λοιπόν, προχωρήσουμε σε μία μίνι ανάλυση του τι έχουμε δει έως τώρα, νομίζω ότι πρέπει να επισημάνουμε μία «σταθερά», που έχει μεγάλη εφαρμογή στα τέσσερα παιχνίδια της σειράς (2-2).

Το ατυχές για την ομάδα του Γιώργου Μπαρτζώκα είναι ότι έχοντας σχεδόν εξασφαλίσει από τα μέσα του 2ου γύρου το πλεονέκτημα έδρας στην postseason, είχε την πολυτέλεια:

• Να κατεβάσει λίγο τους ρυθμούς της από τον Μάρτιο και μετά
• Να στοχεύσει και να κερδίσει δύο σημαντικά παιχνίδια (το εντός έδρας με την Μπαρτσελόνα και το εκτός με την Ζάλγκιρις), που διατήρησαν το πλεονέκτημά της για την πρωτιά.
• Να τελειώσει την κανονική περίοδο με ρεκόρ 6-3 στις τελευταίες εννέα αγωνιστικές
• Να γνωρίσει στο μεσοδιάστημα τις δύο πιο ευρείες ήττες της σεζόν (σε Μιλάνο και Βελιγράδι από την Παρτίζαν), χωρίς να έχει βαθμολογικές επιπτώσεις.

Τι έχουμε δει έως τώρα στα playoffs

Με βάση τα παραπάνω στοιχεία και λαμβάνοντας υπ’ όψιν όσα είδαμε σε Φάληρο και Κωνσταντινούπολη, στα δικά μου μάτια είναι ξεκάθαρο ότι η Φενερμπαχτσέ παρουσιάστηκε πιο σκληρή και αποφασισμένη, κατάφερε να «χαλάσει» σε μεγάλο ποσοστό το παιχνίδι του αντιπάλου κι έφτασε πιο κοντά στην 3η νίκη απ’ ότι ο Ολυμπιακός.

Αν ο Κώστας Σλούκας δεν είχε ευστοχήσει στο μεγάλο τρίποντο, με το οποίο υπέγραψε το Game 3, τώρα οι Τούρκοι θα είχαν σφραγίσει το εισιτήριο τους για το Κάουνας και ήδη θα βρίσκονταν σε ετοιμασίες για το Final 4.

Με το «αν», όμως, δεν γράφτηκε ποτέ ιστορία. Κι επειδή στο Game 5 είναι που μετράει διπλά και τριπλά η αξία και η ώθηση που προσφέρει το πλεονέκτημα της έδρας, οι «ερυθρόλευκοι» έχουν μπροστά μία τελευταία ευκαιρία να παρουσιάσουν μία διαφορετική εικόνα από τα τρία προηγούμενα ματς, στα οποία ηττήθηκαν στα σημεία, την τακτική και το physical game. Απλά, η «βόμβα» του υπαρχηγού τους, τους κράτησε ζωντανούς στο κόλπο της πρόκρισης.

Αφήνω το Game 1 έξω από την παραπάνω εξίσωση, γιατί ήταν το μόνο στο οποίο οι Πειραιώτες κυριάρχησαν σχεδόν ολοκληρωτικά, ευστοχώντας σε 16 τρίποντα (με 55,2%), πλησιάζοντας τα συνήθη επίπεδα της δημιουργίας τους (18ας.), υποπίπτοντας σε υποδιπλάσια λάθη από τους αντιπάλους τους (7 έναντι 14) και κρατώντας την Φενέρ κάτω από τους 70 πόντους.

Από ‘κει και μετά, όμως, ο Δημήτρης Ιτούδης έχει κερδίσει τις εντυπώσεις στην «σκακιέρα» της στρατηγικής. Και αυτό φαίνεται ανεξάρτητα από τι λένε οι αριθμοί, που και αυτοί δείχνουν ότι ο Ολυμπιακός έχει κατέβει αρκετά από τα standards απόδοσης, στα οποία τον έχουμε συνηθίσει.

Στα πολύ γρήγορα, έχουμε και λέμε:

• Η – μέχρι και την 30η αγωνιστική της κανονική περιόδου – καλύτερη επίθεση της Euroleague (με μέση παραγωγικότητα κοντά στους 85 πόντους), ακόμη δεν έχει σκοράρει πιάσει το φράγμα των 80 πόντων στην σειρά (μ.ο. 74,5π.).
• Η πιο εύστοχη ομάδα της EL στα δίποντα (60,9%), σουτάρει με 53,4%.
• Η ομάδα με την καλύτερη δημιουργία (μ.ο. 20,9ασ.), έχει καταγράψει σχεδόν 6 λιγότερες τελικές ανά παιχνίδι (μ.ο. 15,2ασ.).
• Πεσμένα, όμως, είναι και τα νούμερα του Ολυμπιακού σε ριμπάουντ και κλεψίματα, που αποτελούν στατιστικές κατηγορίες που αντανακλούν στο μειωμένη ενέργεια και σκληράδα, που χαρακτηρίζει την ελληνική ομάδα στην postseason.

Με άλλα λόγια, ο 54χρονος ομοσπονδιακός προπονητής έχει αποφασίσει – κι έχει πείσει και τους παίκτες του γι’ αυτό – ότι δεν θα επιτρέψει στους «ερυθρόλευκους» να τον κερδίσουν με το αγαπημένο τους παιχνίδι. Αυτό σημαίνει ότι είναι αποφασισμένος να «ζήσει ή να πεθάνει» οδηγώντας τον Ολυμπιακό σε έναν τρόπο παιχνιδιού, ο οποίος δεν είναι αυτός που τον έφτασε μέχρι εδώ.

Και αυτό, μέχρι στιγμής, το καταφέρνει παρ’ ότι ουσιαστικά βασίζεται σε ένα rotation συνολικά οκτώ παικτών. Η σημαντικότερη επιτυχία του έμπειρου και πετυχημένου Έλληνα προπονητή, δε, έχει στηριχθεί στην πίεση στο περιφερειακό σουτ, αλλά κυρίως στον περιορισμό του drive των παικτών του Μπαρτζώκα, από το οποίο και ξεκινάει η υποδειγματική και πολύ γρήγορη μετακίνηση της μπάλας, που συνήθως καταλήγει σε ελεύθερο σουτ από την περιφέρεια.

Το ότι ο Ολυμπιακός επικράτησε καθαρά στο πρώτο παιχνίδι με 55,2% πίσω από τα 6,75 και ηττήθηκε στα δύο από τα τρία επόμενα ματς, σουτάροντας με 28,1% στα τρίποντα, σίγουρα κάτι λέει.

Επίσης, η επιμονή του Γιώργου Μπαρτζώκα σε μία συγκεκριμένη αμυντική φιλοσοφία που έχει να κάνει με τις συνεχείς αλλαγές στην αντιμετώπιση του pick’n’roll και στο μαρκάρισμα με βοήθειες όταν η μπάλα πηγαίνει στους ψηλούς, έχει δώσει στην Φενέρ πολλά μακρινά ελεύθερα σουτ. Τα έξι σερί εύστοχα τρίποντα της 4ης περιόδου, κόστισαν ακριβά στην ομάδα του στο Game 4, ενώ τo 41,6% με το οποίο σουτάρουν οι Τούρκοι πίσω από τα 6,75 στα playoffs, δείχνει αρκετά πράγματα.

Οι παίκτες-κλειδιά της Φενέρ και τα πεπραγμένα των «ερυθρόλευκων» πρωταγωνιστών

Τέλος, οι παίκτες του Ιτούδη δείχνουν να έχουν μπει περισσότερο από τους «ερυθρόλευκους» στην μαχητική νοοτροπία «αίμα κι άμμος» που χαρακτηρίζουν τις αναμετρήσεις των playoffs, έχουν μπει πιο σκληρά και πιο δυναμικά στις περισσότερες μονομαχίες και η επιβράβευση έχει φανεί στο step up δύο παικτών που έχουν αποδειχθεί κομβικοί στην έως τώρα έκβαση των αγώνων.

Ο λόγος για τον Νάιτζελ Χέιζ-Γουίλιαμς (μ.ο. 10,5π., 4,0ρ. & 2,0ασ. με 50% τριπ.) και τον Ντάισον Πιερ (μ.ο. 11,5π., 5,0ρ. & 2,5ας. με 64,3% τριπ.), η απόδοση των οποίων έχει ξεπεράσει τις προσδοκίες και έχει δώσει υπεραξία στο παιχνίδι της ομάδας τους.

Την ίδια ώρα, σε ατομικό επίπεδο, οι μεγαλύτεροι πρωταγωνιστές του Ολυμπιακού στην κανονική περίοδο, έχουν κάνει ένα βήμα προς τα πίσω. Την μεγαλύτερη πτώση έχει ο Τόμας Γουόκαπ, που σουτάρει με 50% στις βολές και 29,7% εντός πεδιάς κι ακολουθεί ο Βεζένκοβ, που είναι πεσμένος σε όλες τις στατιστικές κατηγορίες πλην των ελευθέρων βολών (100%).

Ο Σλούκας έχει μεν καλύτερα νούμερα στην σειρά (μ.ο. 12,8π με 100% βολ., 64,8% διπ. & 46,2% τριπ.) απ’ ότι στην regular season (μ.ο. 10,9π. & 5,6ασ.), αλλά αυτό οφείλεται περισσότερο στο πολύ καλό Game 2 (18π. & 3ας.) και το εκπληκτικό Game 3 (25π., 4ρ. & 6ας.), παρά στην διάρκεια που έχει στην σειρά.

Συμπερασματικά, ο Ολυμπιακός θα μπορούσε να έχει ακόμη και αποκλειστεί, αλλά το γεγονός ότι έχει το τελευταίο ματς στην έδρα του, σαφώς και του δίνει μικρό προβάδισμα για την πρόκριση. Οι πιθανότητές του, πιστεύω ότι θα αυξηθούν, υπό την προϋπόθεση ότι την Τρίτη (09/05, 21.30) θα παρουσιάσει το πιο σκληρό και αποφασισμένο αγωνιστικό πρόσωπο, ακόμη κι αν δεν βγάλει την ποιότητα που τον έκανε να ξεχωρίσει από τις υπόλοιπες 17 ομάδες της Euroleague.

Άλλωστε, στα playoffs και ειδικότερα στο Game 5 (15/15 νίκες μετρούν οι γηπεδούχοι), παράγοντες όπως ο τσαμπουκάς, η επιθυμία και το physical game έχουν μεγαλύτερη επίδραση από το κομμάτι του μπάσκετ…



gazzeta.gr